Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ ( 12 Ιουλίου 1904 – 23 Σεπτεμβρίου 1973 )



Έχω για τη ζωή μιαν αντίληψη δραματική και ρομαντική. Ο,τι δεν αγγίζει βαθιά την ευαισθησία μου δεν με ενδιαφέρει. Όσον αφορά την ποίηση, στην πραγματικότητα καταλαβαίνω πολύ λίγα πράγματα. Γι' αυτό συνεχίζω με τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Ίσως απ' αυτά τα φυτά, τη μοναξιά, τη σκληρή ζωή, βγαίνουν οι μυστικές, αληθινά βαθιές «Ποιητικές Πραμάτειες» που κανείς δεν μπορεί να διαβάσει, γιατί κανείς δεν τις έγραψε. Η ποίηση διδάσκεται βήμα-βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης.


Ο Πάμπλο Νερούδα(Pablo Neruda, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο, Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto, 12 Ιουλίου 190423 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής. Σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα . Το 1971 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας και των Κομμουνιστικών του πεποιθήσεων.Εξέδωσε πληθώρα ποιητικών συλλογών ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικά μανιφέστα. Τον Απρίλιο του 2013, 40 χρόνια μετά το θάνατό του, έγινε εκταφή της σορού του, με σκοπό να διακριβωθεί αν είχε πέσει θύμα δολοφονικής επίθεσης με δηλητήριο από πράκτορες του δικτατορικού καθεστώτος που κυβερνούσε τη Χιλή κατά το θάνατό του

Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 1904, στην πόλη Παράλ της Χιλής. Η μητέρα του πέθανε από φυματίωση έναν μήνα μετά τη γέννησή του κι έτσι ο πατέρας του, Χοσέ, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου ξαναπαντρεύτηκε. Ο Νερούδα ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών, αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε κι έτσι άρχισε να υπογράφει τα έργα του με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούδα, υιοθετώντας το επώνυμο του γνωστού Τσέχου συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Το μικρό του όνομα εικάζεται ότι το πήρε από τον Γάλλο ποιητή Πωλ Βερλαίν.
Από πολύ νεαρή ηλικία άρχισε να διαβάζει κλασικούς Λατινοαμερικάνους και Ευρωπαίους συγγραφείς. Στο Γυμνάσιο είχε καθηγήτρια την σπουδαία Χιλιανή πεζογράφο και μετέπειτα κάτοχο του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας Γκαμπριέλα Μιστράλ, η οποία τον μύησε στην κλασική Ρώσικη Λογοτεχνία. Εκείνη την εποχή αρχίζει να δημοσιεύει τα πρώτα του ποιήματα, αρχικά με διάφορα ψευδώνυμα. Στη συνέχεια φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο και από εκεί και πέρα άρχισε η πορεία του προς την ευρεία αναγνώριση.

Το 1921 μετακόμισε στην πρωτεύουσα, Σαντιάγο, για να σπουδάσει Γαλλική Φιλολογία. Κατά το διάστημα των σπουδών του, εξέδωσε δυο ποιητικές συλλογές: Crepusculario- Ηλιοβασιλέματα ,1923 και Veinte poemas de amor y una cancion desesperada - Είκοσι ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα, 1924), συλλογή για την οποία έγινε περισσότερο γνωστός. Αυτές οι δύο ποιητικές συλλογές τον καταξίωσαν ως μεγάλο ποιητή. Διαπιστώνοντας ότι τα έσοδά του από τα εκδιδόμενα έργα του δεν του αρκούσαν, αποφάσισε να μπει στο Διπλωματικό Σώμα, κάνοντας έτσι πολυάριθμα ταξίδια ανά τον κόσμο από το 1927 ως το 1935, ως πρόξενος στη Βιρμανία, στην Κεϋλάνη, στην Ιάβα, στη Σιγκαπούρη, στο Μπουένος Άιρες, στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη. Το 1938, μετά από απόφαση του Λαϊκού Μετώπου της Χιλής, ο Νερούντα στέλνεται πρέσβης στο Παρίσι και αργότερα στο Μεξικό.
Στην Ιάβα γνώρισε και παντρεύτηκε την Ολλανδέζα Μαρύκα Αντονιέτα Χάγκενααρ Βόγκελζανγκ, με την οποία χώρισε μετά από έξι χρόνια, κατά τη θητεία του στην Ισπανία. Εκεί, ερωτική του σύντροφος και μετέπειτα δεύτερη σύζυγός του υπήρξε επί δεκαέξι χρόνια η Αργεντίνα Δέλια ντελ Καρρίλ, είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του.
Ο Πάμπλο Νερούδα (αριστερά)
 μαζί με τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
(τρίτος από αριστερά) το 1934
Η εμπειρία του από τις άθλιες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων στην Ασία, τα καταπιεστικά καθεστώτα (υπήρξε ιδιαίτερα μαχητικός κατά του Ισπανικού Φρανκισμού και γενικά κάθε είδους Φασισμού) και η φιλία του με τους σχεδόν ομοϊδεάτες του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Λουί Αραγκόν και Φιντέλ Κάστρο, υπήρξαν ορισμένοι από τους παράγοντες που τον οδήγησαν να ενστερνιστεί τον κομμουνισμό. Στον Κάστρο είχε αφιερώσει και ένα ποίημα του, στο οποίο τον υμνούσε. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το Κάντο Χενεράλ, το οποίο έχει μελοποιηθεί από το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο έχει μάλιστα συναντηθεί από κοντά. Όταν ο Πρόεδρος Γκονσάλες Βιδέλα απαγόρευσε τον κομμουνισμό στη Χιλή, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του Νερούδα. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο ενός σπιτιού στην πόλη Βαλπαραΐσο. Κατόπιν κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Στο μεταξύ είχε εκλεγεί Γερουσιαστής με το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής το 1948. Ανάμεσα στα μέρη που έζησε κατά την περίοδο της εξορίας του ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας, γεγονός από το οποίο είναι εμπνευσμένη η ταινία «Ο ταχυδρόμος». Στη διάρκεια της εξορίας του ταξίδεψε σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, σε πολλές από τις οποίες δεν έγινε δεκτός εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Το 1949 επισκέφτηκε τη Σοβιετική Ένωση του Στάλιν για τον εορτασμό των 100 χρόνων από τη γέννηση του σπουδαίου λογοτέχνη και ποιητή Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν. Εκεί γνώρισε τον επίσης κομμουνιστή ποιητή Ναζίμ Χικμέτ, στον οποίο διηγήθηκε τα δεινά του λαού του. Γι' αυτό το ταξίδι του στη Σοβιετική Ένωση γράφει στην αυτοβιογραφία του:
''Αγάπησα με την πρώτη ματιά τη σοβιετική γη και κατάλαβα ότι απ' αυτήν όχι μόνον προέκυπτε ένα ηθικό μάθημα για όλες τις γωνιές της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά θα προέκυπτε και το μεγάλο πέταγμα''.




Παράνομος, κάπου στις Άνδεις, προσπαθώντας να περάσει στην Αργεντινή (1948) πηγή :http://www.oneman.gr/

Κατά την εξορία του, γνώρισε και ανέπτυξε ερωτική σχέση με τη Χιλιανή τραγουδίστρια Ματίλντε Ουρρούτια, η οποία αποτέλεσε τη "μούσα" του για τα έργα του. Μετά το τέλος της δικτατορίας επέστρεψε στη Χιλή, αφού είχε γίνει πλέον διάσημος παγκοσμίως. Μετά το δεύτερο διαζύγιό του, παντρεύτηκε τελικά με την Ουρρούτια το 1966. Κατά τη δεκαετία του '60 το Κομμουνιστικό Κόμμα του απονέμει το μετάλλιο ''Ρεκαμπάρεμ'' , την υψηλότερη κομματική διάκριση.
Το 1971 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο παρέλαβε όντας άρρωστος από καρκίνο. Βοήθησε τον σοσιαλιστή ηγέτη Σαλβαδόρ Αλιέντε στην προεκλογική του εκστρατεία, αλλά πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγο μετά τη δολοφονία του Αλιέντε από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Υπάρχουν θεωρίες ότι δεν του παρήχθησαν οι απαραίτητες ιατρικές φροντίδες, όσο αυτός ήταν σε κατ'οίκον περιορισμό. Ο Πινοσέτ απαγόρευσε να γίνει δημόσιο γεγονός η κηδεία του Νερούντα, ωστόσο το πλήθος αψήφησε την απαγόρευση και κατέκλυσε τους δρόμους, μετατρέποντας την κηδεία στην πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής. Τα έργα του είχαν απαγορευθεί από το στρατιωτικό καθεστώς μέχρι και το 1990.Ο αγωνιστικός και μαχητικός χαρακτήρας του Νερούντα, καθώς και η συμπόνοια που έδειχνε για το λαό και την εργατική τάξη, μπορεί επίσης να γίνει κατανοητή και από ένα αυτοβιογραφικό του κείμενο. Συγκεκριμένα γράφει:
'' Ητανε της τύχης μου να υποφέρω όσα υπόφερα και της τύχης μου να αγωνιστώ όπως αγωνίστηκα, να αγαπήσω και να τραγουδήσω όπως τραγούδησα. Γνώρισα σε διάφορα σημεία της Γης το θρίαμβο και την ήττα, έχω ζωντανή στη μνήμη μου τη γεύση του ψωμιού, αλλά και τη γεύση του αίματος. Τι περισσότερο μπορεί να θέλει ένας ποιητής; Η ζωή μου στάθηκε η ίδια η ποίησή μου και η ποίησή μου υπήρξε το στήριγμα όλων των αγώνων μου. Αν και πολλά βραβεία μού δόθηκαν (σ.σ. μεταξύ των οποίων το Βραβείο Λένιν το 1952 και το Νόμπελ το 1971), κανένα δεν μπορεί να συγκριθεί με το τελευταίο βραβείο. Να είμαι ο ποιητής του λαού μου. Το μεγάλο, το μοναδικό μου βραβείο είναι αυτό κι όχι τα βιβλία μου που μεταφράστηκαν σ' όλες τις γλώσσες του κόσμου, ούτε τα βιβλία που γράφτηκαν για να αναλύσουν τα λόγια μου 
 Αμέσως μετά την απονομή του βραβείου Νόμπελ της Λογοτεχνίας στη Σουηδία (1971)

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 
Πάρτε μας το ψωμί, αν θέλετε
πάρτε μας τον αέρα, αλλά
μη μας παίρνετε το γέλιο τους…

Αφιερωμένο στους 33.

Το Γέλιο σου

Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις,
πάρε μου τον αέρα, αλλά
μη μου παίρνεις το γέλιο σου.

Μη μου παίρνεις το ρόδο,
τη βρύση που σταλάζει
το νερό που άξαφνα
σκάει μες στη χαρά σου
το ασημένιο κύμα
το ξαφνικό που σε γεννάει.

Η πάλη μου είναι σκληρή και γυρίζω
με τα μάτια κουρασμένα
έχοντας δει φορές
τη γη που δεν αλλάζει,
μα μπαίνοντας το γέλιο σου
στον ουρανό ανεβαίνει ψάχνοντάς με
κι όλες ανοίγει για μένα
τις πόρτες της ζωής σου.

Αγάπη μου,την ώρα
την πιο σκοτεινή ανθίζει
το γέλιο σου κι αν ξαφνικά
βλέπεις πως το αίμα μου λεκιάζει
τις πέτρες του δρόμου,
γέλα, γιατί το γέλιο σου
θα είναι για τα χέρια μου
σαν δροσερό σπαθί.

Δίπλα στη θάλασσα φθινόπωρο
το γέλιο σου πρέπει να υψώσει
τον καταρράκτη του απ’ αφρό
και την άνοιξη, αγάπη μου,
θέλω το γέλιο σου όπως
το άνθος που περίμενα,
το άνθος γαλανό, το ρόδο
της ηχηρής πατρίδας μου.

Γέλασε για τη νύχτα
τη μέρα, τη σελήνη,
γέλασε για τους δρόμους
όλο στροφές του νησιού
γέλα για αυτό το αδέξιο
αγόρι που σε θέλει,
μα σαν εγώ ανοίγω
τα μάτια και τα κλείνω,
όταν τα βήματά μου
με πάνε και με φέρνουν
πες μου όχι το ψωμί, τον αέρα
το φως την άνοιξη
το γέλιο σου ποτέ
γιατί θα πέθαινα.
✿     ✿     ✿     ✿
Απέραντη

Βλέπεις αυτά τα χέρια; Έχουν μετρήσει
τη γη, έχουν ξεχωρίσει
τα ορυκτά από τα δημητριακά,
έχουν κάνει ειρήνη και πόλεμο,
έχουν καταρρίψει τις αποστάσεις
όλων των θαλασσών και ποταμών,
κι όμως
όταν σε διατρέχουν
εσένα, μικρή
σπειρί από στάρι, κορυδαλλέ,
δεν φτάνουν να σε περικλείσουν,
κουράζονται πλησιάζοντας
τα δίδυμα περιστέρια
που αναπαύονται ή πετάν στο στήθος σου,
διατρέχουν τις αποστάσεις των ποδιών σου,
τυλίγονται στο φως της μέσης σου.
Για μένα είσαι θησαυρός πιο φορτωμένος από απεραντότητα
πιο κι απ΄τη θάλασσα κι απ’ τα τσαμπιά της.
Κι είσαι λευκή και γαλανή κι εκτεταμένη σαν
την γη στον τρύγο.
Σ’ αυτή την περιοχή,
από τα πόδια ως το μέτωπό σου,
προχωρώντας, προχωρώντας προχωρώντας
θα περάσω τη ζωή μου.
μετφρ. Βασίλης Λαλιώτης
http://www.poiein.gr/

Μαζί με τη "μούσα" του (και τρίτη σύζυγό του), Ματίλντε Ουρούτια (1951)




ΣΚΥΒΩ ΤΑ ΒΡΑΔΥΑ

Σκύβω στα βράδυα τραβώ τα περίλυπα δίχτυα μου
στους ωκεανούς των ματιών σου.

Εκεί ξαπλώνει και καίγεται στην πιο ψηλή φωτιά
η μοναξιά μου που κουνάει τα μπράτσα σαν ναυαγός.

Κάνω κόκκινα σινιάλα στα απόντα μάτια σου
που κυματίζουν σαν τη θάλασσα στην όχθη ενός φάρου.

Φύλαγες μόνο σκότη, μακρινή και δική μου γυναίκα,
από το βλέμμα σου αναδύεται κάποτε η παραλία του τρόμου.

Σκύβω στα βράδυα ρίχνω τα περίλυπα δίχτυα μου
σε κείνη τη θάλασσα που πάλλει τους ωκεανούς των ματιών σου.

Τα νυχτοπούλια ραμφίζουν τα πρώτα αστέρια
που σπινθηρίζουν σαν την ψυχή μου όταν σε αγαπώ.

Καλπάζει η νύχτα στη μαύρη φοράδα της
σκορπίζοντας γαλάζια στάχυα στο λιβάδι.

✿     ✿     ✿     ✿

ΠΡΙΝ ΣΕ ΑΓΑΠΗΣΩ

Πριν σε αγαπήσω, τίποτα δεν ήταν
δικό μου: όλο βωλόδερνα στους δρόμους:
τίποτα αξία κι όνομα δεν είχε:
έλπιζε ο κόσμος μόνο στον αέρα.

Είχα γνωρίσει σταχτερά σαλόνια,
τούνελ κατοικημένα απ' το φεγγάρι,
στέγαστρα άπονα που αποχαιρετιόνταν,
ερωτήσεις που επέμεναν στην άμμο.

Βουβά ήταν όλα, πεθαμένα κι άδεια,
πεσμένα, ξεπεσμένα κι αφημένα,
ήαταν αναλλοτρίωτα όλα ξένα,

όλα ήταν κανενός κι όλα των άλλων,
ώσπου η φτώχεια σου κι η ομορφιά σου
γέμισαν το φθινόπωρο με δώρα.

✿     ✿     ✿     ✿

ΣΟΝΑΤΕΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ


Μ' αρέσει μες στη νύχτα να σε νιώθω

Μ' αρέσει μες στη νύχτα να σε νιώθω κοντά μου,
αθώρητη στον ύπνο σου, σοβαρή κι ερεβένια,
ενώ εγώ τις σκοτούρες μου ξεμπλέκω
σαν να 'ταν τάχα δίχτυα μπερδεμένα.

Απούσα, μέσα στα όνειρα ταξιδεύει η καρδιά σου,
μα το εγκαταλειμμένο κορμί σου ανασαλεύει
στα τυφλά αναζητώντας με, τον ύπνο αξαινοντάς μου,
σαν το φυντάνι που διπλό γίνεται μες στον ίσκιο.

Όρθή, θα 'σαι άλλη που αύριο θα ζήσει,
όμως από τα χαμένα μέτωπα μες στη νύχτα,
από το ζω και δεν ζω που βρισκόμαστε, κάτι

μένει που μες στης ζωής το φως μας πλησιάζει
λες και έχει με φωτιά η σφραγίδα του ίσκιου
τα κρυφά πλάσματα του σημαδέψει.
http://kokkinoprwi.blogspot.gr/


Η βασίλισσα

Σε ονόμασα βασίλισσα.
Υπάρχουν ψηλότερες από σένα, ψηλότερες.
Υπάρχουν αγνότερες από σένα, αγνότερες.
Υπάρχουν ομορφότερες από σένα, ομορφότερες.
Αλλά εσύ είσαι η βασίλισσα.

Όταν περπατάς στο δρόμο
κανείς δε σε αναγνωρίζει.
Κανένας δε βλέπει το κρυστάλλινο σου στέμμα, κανένας δεν κοιτάζει
το από κόκκινο χρυσό χαλί
που πατάς καθώς περνάς,
το χαλί δεν υπάρχει.

Κι όταν εμφανίζεσαι
όλοι οι ποταμοί ακούγονται
στο κορμί μου, καμπάνες
σείουν τον ουρανό
κι ένας ύμνος γεμίζει τον κόσμο.

Μονάχα εσύ κι εγώ,
μονάχα εσύ κι εγώ, αγάπη μου,
τον ακούμε.
https://www.vakxikon.gr/

✿     ✿     ✿     ✿
Δε σ' αγαπώ

Δεν σ’ αγαπώ σαν να ’σουν αγοραίο ρόδο, τοπάζι
ή σαν βέλος γαρύφαλλου που σκορπά φωτιά:
σ’ αγαπώ όπως αγαπιούνται κάποια ρόδα σκοτεινά
Μυστικά, ανάμεσα σε ψυχή και σκιά

Σ’ αγαπώ σαν το φυτό που δεν ανθοφορεί και μέσα του
Κουβαλά, κρυμμένο, το φως από τα άνθη του
Χάρη στον έρωτά σου μέσα στο κορμί μου ζει το σκοτεινό
Και συμπυκνωμένο άρωμα που βγαίνει απ’ τη γη.

Σ’ αγαπώ δίχως να ξέρω πώς, ούτε πότε ούτε κι από πού,
σ’ αγαπώ απλά, δίχως προβλήματα κι υπερηφάνεια καμιά:
έτσι σ’ αγαπώ γιατί δεν ξέρω αλλιώς ν αγαπώ

παρά μόνον με τον τρόπο να μην είμαι εγώ και να μην είσαι εσύ
τόσο κοντά που το χέρι σου στο στήθος μου να είναι το δικό μου,
τόσο κοντά που να κλείνουνε τα μάτια σου πάνω στο όνειρό μου
(μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου)
                                    ✿
No te amo como si fueras rosa de sal, topacio
o flecha de claveles que propagan eñ fuego:
te amo como se aman ciertas cosas oscuras,
secretamente, entre la sombra y el alma.

Te amo como la planta que no florece y lleva
dentro de sí, escondida, la luz de aquellas flores,
y gracias a tu amor vive oscuro en mi cuerpo
el apretado aroma que ascendió de la tierra.

Te amo sin saber cómo, ni cuándo, ni de dónde,
te amo directamente sin problemas ni orgullo:
así te amo porque no sé amar de otra manera,

Sino así de este modo en que no soy ni eres,
tan cerca que tu mano sobre mi pecho es mía,
tan cerca que se cierran tus ojos con mi sueño.

https://www.translatum.gr/

✿     ✿     ✿     ✿

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία
κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,
η φωνή μου εμένα δεν σε φτάνει.
Μου φαίνεται ακόμα ότι τα μάτια μου σε σκεπάζουν πετώντας
κι ότι ένα φιλί, μου φαίνεται,
στα χείλη σου τη σφραγίδα του βάνει.

Κι όπως τα πράγματα όλα ποτισμένα είναι από την ψυχή μου,
έτσι αναδύεσαι κι εσύ μες απ’ τα πράγματα,
ποτισμένη απ’ τη δική μου ψυχή.
Του ονείρου πεταλούδα, της ψυχής μου εσύ της μοιάζεις έτσι,
σαν όπως μοιάζεις και στη λέξη μελαγχολία, καθώς ηχεί.

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν ξενιτιά.
Κι άμα κλαις μου αρέσεις,
απ’ την κούνια σου πεταλούδα μικρή μου εσύ.
Κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,
η φωνή μου εμένα δεν μπορεί να σ’ αγγίξει:
Άσε με τώρα να βυθιστώ κι εγώ σωπαίνοντας
μες τη δική σου σιωπή.

Άσε με τώρα να σου μιλήσω κι εγώ με τη σιωπή
τη δικιά σου
που είναι απέριττη σα δαχτυλίδι αρραβώνων
και που λάμπει σαν αστραπή.
Είσαι όμοια με την νύχτα, αγάπη μου,
η νύχτα που κατηφορίζει έναστρη.
Απόμακρη και τόση δα και απ’ τα αστέρια φτιαγμένη
είναι η δικιά σου σιωπή.

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία.
Μακρινή κι απαρηγόρητη, σα να σε σκέπασε χώμα.
Μια λέξη μόνο αν πεις, ένα χαμόγελο – μου αρκεί
για να πανηγυρίσω που είσαι εδώ κοντά μου ακόμα.
https://tovivlio.net/

Πάμπλο Νερούδα και Σαλβαδόρ Αλιέντε


Canto General : ο ύμνος στην ελευθερία των λαών


Το CantoGeneral, (Γενικό Τραγούδι) μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1972 στο Παρίσι. Ο Πάμπλο Νερούδα, που ήταν την εποχή εκείνη Πρέσβης της Χιλής στη Γαλλία, ήταν παρών στις πρώτες πρόβες του έργου που έγιναν σε παρισινό στούντιο. Ένα χρόνο αργότερα, το 1973 το έργο προγραμματίστηκε να παρουσιαστεί στη Χιλή σε μια συναυλία αφιερωμένη στον αγώνα του ελληνικού λαού κατά της Δικτατορίας στην Ελλάδα, παρουσία του Σαλβαδόρ Αλλιέντε και του Πάμπλο Νερούδα. Η συναυλία αυτή δεν έγινε ποτέ, το πραξικόπημα του Πινοσέτ αιματοκύλησε τη Χιλή, ο Νερούδα ‘έφυγε’ και το έργο παρουσιάστηκε με τεράστια επιτυχία σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο, και στην ελεύθερη Ελλάδα το 1975, σε συναυλίες αφιερωμένες στη μνήμη του Αλλιέντε, του Νερούδα και στον αγωνιζόμενο λαό της Χιλής, που πέρασαν στην ιστορία.

Ακρογωνιαίος λίθος του συνθετικού έργου του Μίκη Θεοδωράκη, το Κάντο Χενεράλ, ορατόριο σε 13 μέρη, γραμμένο για δύο σολίστ τραγουδιστές, μεικτή χορωδία και δεκαπενταμελή ορχήστρα (2 πιάνα, 3 φλάουτα, 3 κιθάρες, ένα κοντραμπάσο και έξι κρουστά), συγχωνεύει με τον πιο δημιουργικό τρόπο στοιχεία της λατινοαμερικάνικης και ισπανικής μουσικής με την ελληνική μουσική παράδοση.

Ύμνος στην ελευθερία των λαών και την ειρήνη, το Κάντο Χενεράλ, ταξίδεψε παντού και συνεπήρε εκατομμύρια ακροατές με την αυθεντικότητα και το πάθος του. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ανέδειξε με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο το μεγαλείο της ποίησης του Νερούδα, κρατώντας το κείμενο του στην αυθεντική του μορφή, κατόρθωσε να ‘περάσει το μήνυμα’, την αγάπη του χιλιανού νομπελίστα για την ελευθερία, την πατρίδα του και τον σκλαβωμένο λαό της, καταργώντας τα σύνορα με όπλο τη δύναμη της τέχνης του και να ‘σφραγίσει’ τις γενιές που ακολούθησαν με το έργο αυτό, που δεν έχει πάψει να είναι δραματικά επίκαιρο.

Το θρυλικό Κάντο Χενεράλ, ιστορικό σημείο συνάντησης της μεγαλειώδους ποίησης του νομπελίστα χιλιανού ποιητή Πάμπλο Νερούδα με τη μουσική του μεγάλου έλληνα συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, παρουσιάστηκε στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, την Τρίτη 17 Ιουλίου, στις 21.00 το βράδυ, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.http://www.loutrakiblog.gr/

AMERICA INSURRECTA 

Η γή μας, γη πλατιά, ερημιές,
πλημμύρισε βουητό, μπράτσα, στόματα.
Μια βουβαμένη συλλαβή άναβε λίγο λίγο
συγκρατώντας το παράνομο ρόδο,
ωσότου οι πεδιάδες δονήθηκαν
όλο σίδερο και καλπασμό.

Σκληρή η αλήθεια σαν αλέτρι.

Έσκισε τη γη, θεμελίωσε τον πόθο, έπνιξε
τις φύτρες της προπαγάνδας τους και
λευτερώθηκε, μέσα στη μυστική άνοιξη.
Είχε βουβαθεί το λουλούδι της, είχε
κυνηγηθεί το συναγμένο φως της, είχε
χτυπηθεί το μαζικό της προζύμι, των
κρυμμένων λάβαρων το φιλί, αυτή όμως
ξεπετάχτηκε σκίζοντας τοίχους,
αποσπώντας τις φυλακές απ῾ τη γη.

Κούπα της έγινε ο σκούρος λαός, παράλαβε
το εξοστρακισμένο υλικό, το διάδωσε στις
θάλασσας τα πέρατα, το κοπάνισε σ῾
αδάμαστα γουδιά, και βγήκε με χτυπημένες
σελίδες και με την άνοιξη στο δρόμο. Ώρα
χτεσινή, ώρα μεσημεριού, ώρα σημερινή
ξανά, ώρα καρτερεμένη / ανάμεσα στο
λεφτό που πέθανε και σ῾ αυτό που γεννιέται,
στην αγκαθιασμένη εποχή της ψευτιάς.

Πατρίδα έχεις γεννηθεί από ξυλοκόπους,
από τέκνα αβάφτιστα, από μαραγκούς, από
κείνους που δώσαν σαν παράξενο πουλί
μια σταγόνα αίμα πετούμενο, και σήμερα θα
γεννηθείς και πάλι σκληρή, μες από κει που
ο προδότης και ο δεσμοφύλακας σε
πιστεύανε παντοτινά θαμμένη.

Σήμερα, όπως και τότε, θα γεννηθείς απ’ το λαό.

Σήμερα θα βγεις μες απ’ το κάρβουνο και τη
δρόσι. Σήμερα θα καταφέρεις να τραντάξεις
τις πόρτες με χέρια κακοπαθιασμένα, με κομμάτια
ψυχής που περισώθηκε,
με δέσμες από βλέμματα που ο θάνατος δεν έσβησε:
εργαλεία φοβερά κάτω απ῾ τα κουρέλια,
έτοιμα για τη μάχη.

http://www.pause-artmag.gr/





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου