Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

ΦΙΛΙΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ " ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ "

[H «Καρναβαλικ πλατεία Γεωργίου» του πατρινού καλλιτέχνη Δημήτρη Βούρτσ



Αν η Δευτέρα είναι η πιο στενάχωρη μέρα της εβδομάδας, η Καθαρά Δευτέρα είναι μακράν η μελαγχολικότερη του έτους. Ειδικά για τους βέρους Πατρινούς, καθώς είμαι εγώ, ισοδυναμεί με διπλή Μεγάλη Παρασκευή, αφού η Ανάσταση έχει προηγηθεί και πλέον δεν υπάρχει τίποτα να προσδοκείς. Από παιδί μ’ έθλιβε κάπως αόριστα αλλά τώρα που έχω ξοδέψει κάμποσα χρόνια και κομφετί με βαραίνει κατά τρόπο άμεσο και απτό, σχεδόν με καταρρακώνει. Την Καθαρά Δευτέρα η φιέστα του καρναβαλιού έχει ήδη αποτεφρωθεί, οι ωραίες μάσκες πέφτουν, οι παρέες των γλεντοκόπων σκορπίζουν (άραγε θα σε ξαναδώ ποτέ;), οι άνθρωποι βουλιάζουν και πάλι στο χυλό της καθημερινότητας. Τ’ αποκριάτικα ψέματα τελειώνουν για ν’ αρχίσουν τα άλλα, τα ζωτικά, και απαρηγόρητοι επιστρέφουμε στους πάγκους μας για να μεταμορφωθούμε ξανά σε κατεργάρηδες. Κάθε τέτοια μέρα, το απόγευμα, συνηθίζω να περιδιαβάζω στην έρημη πόλη, που λίγες ώρες νωρίτερα σειόταν από το παρδαλό ανθρωπομάνι, που παλλόταν συντονισμένη με το ξέφρενο χτυποκάρδι μας. Ανέκαθεν μου άρεσε να επιθεωρώ τα διάφορα χαλάσματα, αντλώ απ’ αυτά μια βαθύτερη αίσθηση των πραγμάτων, ίσως και κάποια ανομολόγητη δικαίωση. Κατά κανόνα ο καιρός είναι μουντός και ψιχαλίζει, κι όσο βολτάρω νιώθω ολοένα να μουδιάζω, σταδιακά να παραλύω, δηλητηριάζομαι αργά, κάτι σαν τοξική μόλυνση καταλαμβάνει το άστυ διαβρώνοντας ύπουλα το καθετί. Παντού αντικρίζεις συνεργεία του δήμου να ξηλώνουν φώτα, μεγάφωνα κι αφίσες, ενώ δεκάδες απορριμματοφόρα περισυλλέγουν τα λείψανα της χθεσινής χαράς μας –χάρτινα καπέλα, σφυρίχτρες, μπουκάλια μαυροδάφνης, σερπαντίνες, συνθετικά φτερά–, αντικείμενα αμύθητης συναισθηματικής αξίας κι ωστόσο σήμερα λασπωμένα, ανώφελα σκουπίδια. Αυτά τα θορυβώδη οχήματα οργώνοντας τις οδικές αρτηρίες της πόλης εισβάλλουν ανεπαίσθητα και στις δικές σου, διατρέχουν το αίμα σου, ανεφοδιάζονται στην καρδιά σου, με τελικό προορισμό ασφαλώς τη χωματερή της μνήμης (άραγε θα σε ξαναδώ ποτέ;). Οι δε κάτοικοι είναι άφαντοι. Κουκουλωμένοι στα κρεβάτια τους, φορώντας τις κυριακάτικες περούκες και στολές, με αλλοιωμένο μακιγιάζ, προτιμούν να παρελαύνουν νοερά παρά να κάνουν κούλουμα – αν και στα πρόθυρα της άνοιξης, η πρώτη μέρα της Σαρακοστής σε κλείνει μες στο σπίτι σου, κι ακόμα παραμέσα: στον εαυτό σου. Αραιά και πού μονάχα, κυρίως στα παραθαλάσσια πάρκα ή σε μεγάλα οικόπεδα, μπορείς να δεις κάποιους αλλοπαρμένους να ψαρεύουν αστέρια στον ουρανό, με δόλωμα έναν χαρταετό. Στέκομαι και τους παρατηρώ συγκινημένος. Παρόλο που διαισθάνονται ότι κι εφέτος του κόσμου τα σύρματα θα τους αρνηθούν το θαύμα, αυτοί επιμένουν πεισματικά – οι χαμένοι κυνηγοί ενός θησαυρού ολοφάνερου μα τόσο απρόσιτου. Αποτυγχάνουν λοιπόν, κι ενδόμυχα λαχταρώ κάποτε να τους μιμηθώ, ανάποδα όμως για να πρωτοτυπήσω, ψάχνοντας μ’ ένα τηλεσκόπιο στη θάλασσα για αστερίες – κάποτε θα γίνω ποιητής. Επιτέλους τους προσπερνώ, ο περίπατος-αυτοψία στα χαλάσματα συνεχίζεται (άραγε θα σε ξαναδώ ποτέ;).
Περπατώ στην πόλη μου και είμαι ολόκληρος μια Καθαρά Δευτέρα. Ως μόνιμος κάτοικος Πατρών γνωρίζω πλέον καλά ότι κάθε αυθεντική γιορτή, όπως είναι το τοπικό καρναβάλι ή ο έρωτας, καταλήγει αναπόδραστα στην καύση των εορταζόντων εν μέσω πυροτεχνημάτων και βουβών λυγμών (τι κρίμα, δεν θα σε ξαναδώ ποτέ!). Και ότι κάθε αληθινό παραμύθι, όπως είναι οι λιγόχρονες ζωές μας, έχει τέλος πάντα λυπητερό.

Φίλιππος Φίλιας











1 σχόλιο:

  1. Λαμπρό παράδειγμα μοναξιάς.Ωραίας μοναξιάς,μοναδικής.Η ομορφιά των τραγουδιών βασίστηκε σ'αυτήν,η ωραιότητα της ζωής υπάρχει εξαιτίας της.Γι'αυτό και πεθαίνουμε μόνοι.Είναι μια ευκαιρία να νιώσουμε μοναδικοί.
    Μην πάτε πολύ μακρινά ταξίδια...

    ΑπάντησηΔιαγραφή