Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ


Ο Γιαννούλης Χαλεπάς (Πύργος Τήνου, 14 Αυγούστου 1851 – Αθήνα, 15 Σεπτεμβρίου 1938) είναι ο πιο διακεκριμένος γλύπτης της νεώτερης Ελλάδας, με μυθιστορηματική ζωή ανάμεσα στην τρέλα και τον θρίαμβο.

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν γόνος οικογένειας φημισμένων τηνίων μαρμαρογλυπτών. Ο πατέρας του, Ιωάννης, και ο θείος του είχαν μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση μαρμαρογλυπτικής με παραρτήματα στο Βουκουρέστι, την Σμύρνη και τον Πειραιά. Ο Γιαννούλης, ο μεγαλύτερος από τα πέντε αδέλφια του, είχε έφεση στην μαρμαρογλυπτική και βοηθούσε τον πατέρα του στα έργα που ετοίμαζε ο τελευταίος για διάφορες εκκλησίες. Οι γονείς του τον προόριζαν για έμπορο, αλλά ο ίδιος τελικά αποφάσισε να σπουδάσει γλυπτική.
  • Αναπαυομένη, 1931 
  • Γύψος , 49 x 158 x 60 εκ.

Από το 1869 έως το 1872, μαθήτευσε στο Σχολείον των Τεχνών (την μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) με δάσκαλο τον Λεωνίδα Δρόση. Το 1873 έφυγε για το Μόναχο με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, για να συνεχίσει τις σπουδές του στην εκεί Ακαδημία Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Μαξ φον Βίντμαν (Max von Windmann). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο, εξέθεσε τα έργα του Το παραμύθι της Πεντάμορφης και Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα, για τα οποία και βραβεύθηκε. Παρουσίασε επίσης τον Σάτυρο που παίζει με τον Έρωτα, μαζί με το ανάγλυφο της Φιλοστοργίας, στην Έκθεση των Αθηνών το έτος 1875.

Το 1876 επέστρεψε στην Αθήνα, όπου άνοιξε δικό του εργαστήριο. Το 1877 ολοκλήρωσε στο μάρμαρο τον Σάτυρο που παίζει με τον Έρωτα, και τον ίδιο χρόνο άρχισε να δουλεύει το πιο διάσημο γλυπτό του, την Κοιμωμένη για τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Την Κοιμωμένη του από το πήλινο πρόπλασμα την μετέφεραν αργότερα με το γλύφανό τους στο μάρμαρο οι μαρμαρογλύπτες Χαμηλός και Αλεξάκης.

  • Μικρή αναπαυομένη, 1935
  • Γύψος , 26 x 42 x 22 εκ.

Τον χειμώνα του 1877 προς 1878, ο Χαλεπάς υπέστη νευρικό κλονισμό. Χωρίς κανέναν προφανή λόγο, άρχισε να καταστρέφει έργα του, ενώ επιχείρησε κατ' επανάληψη να αυτοκτονήσει. Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα αίτια της ψυχασθένειάς του ήταν η τελειομανία του, η υπερκόπωση από την αδιάκοπη εργασία και ένας ατυχής έρωτας για μία νεαρή συμπατριώτισσά του, που την ζήτησε σε γάμο και οι γονείς της αρνήθηκαν να του την δώσουν. Ωστόσο, εκείνη την εποχή, με την ψυχολογία και την ψυχιατρική ακόμα στα πρώτα τους στάδια, οι γονείς του Χαλεπά και οι γιατροί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τα βαθύτερα αίτια της ψυχασθένειας του νεαρού γλύπτη. Έτσι οι γονείς του τον έστειλαν ταξίδι στην Ιταλία, για να συνέλθει, αλλά η θεραπεία ήταν μόνο πρόσκαιρη. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα άρχισαν ξανά τα συμπτώματα: καταβύθιση στην σιωπή, απομόνωση, παραμιλητό και αναίτιο γέλιο.

  • Ερμής, Πήγασος και Αφροδίτη, 1933
  • Γύψος , 72 x 55 x 43 εκ.
Καθώς η κατάστασή του επιδεινώνονταν συνεχώς, το 1888, οι γιατροί διέγνωσαν «άνοια» και οι δικοί του αποφάσισαν να τον κλείσουν στοΔημόσιο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Στο Ψυχιατρείο, ο Χαλεπάς αντιμετωπίστηκε με τον σκληρό τρόπο που αντιμετώπιζαν όλους τους ψυχασθενείς την εποχή εκείνη: οι γιατροί και οι φύλακες είτε του απαγόρευαν να σχεδιάζει και να πλάθει, είτε του κατέστρεφαν οτιδήποτε εκείνος είχε δημιουργήσει και είχε κρύψει στο ερμάριό του. Λέγεται πως από όσα προσπάθησε να δημιουργήσει μέσα στο Ψυχιατρείο ένα μόνον έργο σώθηκε, κλεμμένο από κάποιον φύλακα και παραπεταμένο στα υπόγεια του ιδρύματος, όπου ξαναβρέθηκε τυχαία το 1942.

Το 1901, πέθανε ο πατέρας του και έναν χρόνο μετά, η μητέρα του πήγε στο Ψυχιατρείο για να τον πάρει πίσω μαζί της στον Πύργο της Τήνου. Στην Τήνο έζησε υπό την αυστηρή επιτήρηση της μητέρας του, η οποία πίστευε ότι ο γιος της τρελάθηκε από την τέχνη. Για τον λόγο αυτό, η μητέρα του δεν του επέτρεπε να ασχοληθεί ξανά με την γλυπτική, σε σημείο που αν εκείνος έφτιαχνε κάτι στοιχειώδες με κάρβουνο ή πηλό εκείνη το κατέστρεφε.

Όταν πέθανε η μητέρα του το 1916, ο Χαλεπάς είχε ξεκόψει παντελώς από την τέχνη του. Ζούσε πάμφτωχος βοσκώντας πρόβατα και φέροντας το βαρύ στίγμα του τρελού του χωριού. Βρήκε ωστόσο το κουράγιο και άρχισε ξανά να ασχολείται με την γλυπτική. Τα μέσα που διέθετε ήταν παντελώς πρωτόγονα και το επαρχιακό περιβάλλον εχθρικό προς κάθε αλαφροΐσκιωτο, αλλά εκείνος με πείσμα άρχισε να δημιουργεί για να κερδίσει τον χαμένο χρόνο.
  • Η σκέψη, 1933
  • Γύψος , 61 x 38 x 40 εκ.

Το 1923, ο Θωμάς Θωμόπουλος, καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και θαυμαστής του Χαλεπά, αντέγραψε σε γύψο πολλά έργα του γλύπτη για να τα παρουσιάσει στην Ακαδημία Αθηνών το 1925. Η έκθεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να βραβευθεί ο γλύπτης το 1927 με το Αριστείο των Τεχνών. Το γνήσιο ταλέντο του, αλλά και η φήμη του τρελού γλύπτη που ξαναβρήκε τα λογικά του, τον καθιέρωσαν ως τον «Βαν Γκογκ», τον «Ροντέν» ή τον «Πικάσο» των νεοτεριστών καλλιτεχνών. Το 1928 πραγματοποιήθηκε δεύτερη έκθεση έργων του στο Άσυλο Τέχνης, και το 1930, με την επιμονή μιας ανεψιάς του, ο γλύπτης αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα.

Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του κοντά στους δικούς του, πάντα δημιουργικός και «μέσα στην πανελλήνια δόξα».

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν και παραμένει μια κορυφαία μορφή στην νεότερη ελληνική Τέχνη. Τα έργα του — εκ των οποίων περισώθηκαν περίπου 150 — είναι κλασικά στην σύλληψή τους. Ωστόσο, κατά τον Στάντη Ρ. Αποστολίδη, η γεωμετρικότητα αυτών των έργων προϊδεάζει νεοτερικές τάσεις.

Εκείνο πάντως που μπορεί να εκτιμήσει και ο πιο ανίδεος παρατηρητής των γλυπτών του Χαλεπά είναι η εκφραστικότητα των προσώπων και των σωμάτων — είτε πρόκειται για έναν Σάτυρο, είτε για την Μήδεια με τα παιδιά της, είτε πρόκειται για την νεαρή Κοιμωμένη. Από αυτή την άποψη ο Χαλεπάς στέκεται ισάξιος ενός Ροντέν. Το έργο του "Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα" (1877)είναι φτιαγμένο από μάρμαρο ύψους 1,35 μ. και βρίσκεται στην Εθνική Γλυπτοθήκη στην Αθήνα. Σ' αυτό το νεανικό έργο του ο Χαλεπάς συνδυάζει την παράδοση της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής με στοιχεία από το ρομαντισμό και το ρεαλισμό.
Ταφικό μνημείο οικογένειας
 Α. Γ. Παπαδάκη

Από την άλλη πλευρά, αυτά που έλεγαν οι νεωτεριστές καλλιτέχνες και τεχνοκριτικοί του μεσοπολέμου — πως ήταν πρωτοπόρος σαν τον Πικάσο και τους κυβιστές και άλλα όμοια — μοιάζουν μάλλον υπερβολικά. Το γιατί ειπώθηκαν αυτές οι υπερβολές, θα πρέπει μάλλον να το αποδώσουμε στην προσπάθεια των νεωτεριστών να εδραιώσουν την δική τους στροφή προς την ψυχανάλυση, τον υπερρεαλισμό και όλες τις παρόμοιες καλλιτεχνικές τάσεις μέσα από το παράδειγμα του «αναρρώσαντος φρενοβλαβούς» Χαλεπά. Πάντως η νεοελληνική γλυπτική βρήκε την κορυφαία έκφρασή της στο έργο του Γιαννούλη Χαλεπά, που εξελίχτηκε αργότερα σε έναν εντελώς προσωπικό δημιουργό μοναδικής ποιότητας.

  • Μήδεια ΙΙΙ, 1933
  • Γύψος , 72 x 43 x 24 εκ.

  • Το μυστικό, πριν το 1927
  • Γύψος βαμμένος , 48 x 30 x 20 εκ.

  • Αγία Βαρβάρα και Ερμής, πριν το 1925
  • Πηλός , 54 x 26 x 19 εκ.
  • Ο κυνηγός, 1933
  • Γύψος , 65 x 21 x 28 εκ.

  • Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα, 1877
  • Μάρμαρο , 135 x 105 x 73 εκ

  • Αφροδίτη, 1931
  • Γύψος , 75 x 20 x 21 εκ.

Ταφικό μνημείο ( 1934 ) οικογένειας Ν. Τούμπα

Το παραμύθι της Πεντάμορφης”, εκδοχή του 1932 ( Γύψος, 3η περίοδος )

“Κόρη με περιδέραιο”, 1918-1924 ( 2η περίοδος )

 “Η αγαπημένη μου ανηψιά Ειρήνη”, 1935 ( Γύψος )

                                     ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗΣ

ΚΕΦΑΛΙ ΣΑΤΥΡΟΥ

Φιλοστοργία







 Οιδίποδας και Αντιγόνη, 1930 ( Γύψος, 3η περίοδος)

Η ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ ΤΟΥ 
Ένα από τα πιο ονομαστά γλυπτά του Γιαννούλη Χαλεπά, η Κοιμωμένη, στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών


Ο Γιαννούλης Χαλεπάς αναλαμβάνει το ταφικό μνημείο της Σοφίας Αφεντάκη για το Α’ νεκροταφείο, σε ηλικία μόλις 26 ετών. Η μητέρα τής πρόωρα χαμένης κοπέλας επισκέπτεται το εργαστήριο του γλύπτη και σχολιάζει αρνητικά το πήλινο πρόπλασμα της “Kοιμωμένης”. Τότε ο Χαλεπάς χτυπάει με ένα λοστό το έργο του και το αποκεφαλίζει. Η κυρία Αφεντάκη αλλάζει στάση και παρακαλεί το νεαρό καλλιτέχνη να το ξαναφτιάξει όπως ήταν. Η αναγνώριση της “Κοιμωμένης” υπήρξε άμεση και αναμφισβήτητη. Η παρθενική μορφή της κοπέλας στο αρχαιοπρεπές ανάκλιντρο μοιάζει να κοιμάται γαλήνια, καθώς τι είναι ο θάνατος για τους κλασικιστές και τους ρομαντικούς, αν όχι ο δίχως όνειρα ύπνος; Τα χείλη της είναι μισάνοιχτα και το δέρμα της στιλπνό.  Το έργο είναι γήινο και ταυτοχρόνως απόκοσμοΚλασικό και συνάμα πρωτότυπο και ζωντανό, αποτυπώνει ελεγειακά τη θλίψη, τη γαλήνη και την ανάπαυση.
Πολλά έχουν επίσης λεχθεί και για τη σχέση του σπουδαίου γλύπτη με το εν λόγω έργο του, καθώς και με το πρόσωπο που αναπαριστά. Οι φήμες που θέλουν το Χαλεπά να παρανοεί γιατί τάχα το άγαλμα τεντωμένο περισσεύει απ’ το κρεβάτι κρίνονται ως ανυπόστατες. Όπως ανυπόστατες είναι και οι θεωρίες που θέλουν το νεαρό γλύπτη εραστή της 18χρονης Σοφίας Αφεντάκη, ο θάνατος της οποίας λεγόταν ότι τρέλανε το Χαλεπά, αφού πρόλαβε να βάλει στο γλυπτό του όλη την ερωτική φλόγα της ψυχής του. Η αλήθεια είναι ότι ο Γιαννούλης πέρασε κάποια ερωτική απογοήτευση στη νεότητά του, με κάποια συντοπίτισσά του όμως και όχι με τη Σοφία. Τέλος, ιστορικοί της Τέχνης έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ότι την “Κοιμωμένη” δεν την απέδωσε στο μάρμαρο ο Χαλεπάς, αλλά ο επιστήθιος φίλος του και καταξιωμένος μαρμαροτεχνίτης Αλεξάκης Λάβδας. Σε μια συνάντηση των δύο στην Αθήνα το 1930, λέγεται ότι ο Χαλεπάς είπε στο Λάβδα: «Α ναι, εσύ μου την ξεχόντρισες».ΑΠΟ http://www.artic.gr/eikastika


ΠΗΓΕΣ 









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου