Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

ΑΜΕΝΤΕΟ ΜΟΝΤΙΛΙΑΝΙ (12 Ιουλίου 1884 – 24 Ιανουαρίου 1920)



Ο Αμεντέο Κλεμέντε Μοντιλιάνι, στα ιταλικά Amedeo Clemente Modigliani, (12 Ιουλίου 1884 – 24 Ιανουαρίου 1920) ήταν Ιταλός ζωγράφος και γλύπτης.

Γεννήθηκε στην πόλη Λιβόρνο της Τοσκάνης στην Ιταλία και ξεκίνησε τις σπουδές του στις καλές τέχνες στην Ιταλία πριν μετακομίσει στοΠαρίσι το 1906 όπου άρχισε να δημιουργεί το προσωπικό καλλιτεχνικό ύφος του. Φιλάσθενος στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, πέθανε σε ηλικία 35 ετών. Το ψευδώνυμο του ήταν Μόντι (Modi).

Η Ζαν Εμπιτέρν 

Η ζωή και το έργο του

Όσον αφορά την οικογένεια του, γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε από αστούς γονείς Σεφαρδίτες Ιουδαίους. Ήταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί της Εουτζένια και του Φλαμίνιο Μοντιλιάνι. Η γέννησή του συνέπεσε με τη χρεοκοπία της οικογενειακής επιχείρησης ξυλείας και κάρβουνου, που είχε ως αποτέλεσμα τον οικονομικό ξεπεσμό της οικογένειας. Η μητέρα του, κόρη αριστοκρατών από τη Μασσαλία, άρχισε τότε να εργάζεται ως μεταφράστρια, κριτικός λογοτεχνίας και δασκάλα σε ιδιαίτερα μαθήματα.

Η υγεία του Μοντιλιάνι ήταν εύθραυστη από τα παιδικά του χρόνια λόγω του ότι είχε αρρωστήσει από φυματίωση. Από νωρίς όμως γνώρισε τον κόσμο της τέχνης και αποφάσισε να γίνει ζωγράφος. Σε ηλικία 14 ετών άρχισε να παίρνει μαθήματα ζωγραφικής. Το 1901 γράφτηκε στην Ελευθέρα Σχολή Μελέτης Γυμνού (Scuola libera di Nudo) της Φλωρεντίας. Ένα χρόνο αργότερα, σε ηλικία 18 ετών, συνέχισε τα μαθήματα ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Βενετίας, όπου εμβάθυνε στην ιστορία της τέχνης. Εκεί φαίνεται ότι άρχισε η σχέση του με τα ναρκωτικά (χασίς), των οποίων έκανε χρήση μέχρι τον θάνατο του. Τρία χρόνια έζησε εκεί σπουδάζοντας και βελτιώνοντας την τεχνική του στην ζωγραφική. Ταυτόχρονα, η ανάγνωση έργων του Νίτσε τον οδήγησαν να πιστεύει ότι ο μόνος δρόμος για την αληθινή δημιουργικότητα ήταν μέσω της ανυπακοής και της αταξίας.
Πορτρέτο της Ζαν 1918



Όπως όλοι οι φιλόδοξοι καλλιτέχνες της εποχής του, ήταν το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι. Πράγματι, στα τέλη του 1905, σε ηλικία 21 ετών, πήγε για να ζήσει στο Παρίσι. Αρχικά έμενε σε ένα ξενοδοχείο στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, ενώ σύντομα μετακόμισε στη Μονμάρτρη. Εκείνο τον καιρό η Μονμάρτρη αποτελούσε ήδη την συνοικία του Παρισιού που συγκέντρωνε τους περισσότερους καλλιτέχνες, αποτελούσε το επίκεντρο της αβάν γκαρντ. Εγκαταστάθηκε στο Λε Μπατό Λαβουά (Le Bateau-Lavoir), ένα κοινόβιο για τους αδέκαρους καλλιτέχνες. Σύντομα, άρχισε να απασχολείται έντονα με τη ζωγραφική, επηρεαζόμενος αρχικά από τα έργα του Ανρί ντε Τουλούζ Λοτρέκ έως ότου ο Πολ Σεζάν άλλαξε πολλές από τις απόψεις του. Τελικά, ο Μοντιλιάνι ανέπτυξε το δικό του ιδιαίτερο ύφος, το οποίο δύσκολα μπορεί να κατηγοριοποιηθεί με εκείνο άλλων καλλιτεχνών. Παρήγαγε τα έργα του σε σύντομο χρόνο και ποτέ δεν τα επεξεργαζόταν ξανά. Στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της Μονμάρτρης, έζησε ο Μοντιλιάνι για περίπου τρία χρόνια, προσθέτοντας στις καταχρήσεις και αυτή του αλκοόλ. Η άσχημη, όμως, οικονομική του κατάσταση, τον ανάγκασε να επιστρέψει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην πατρίδα του το Λιβόρνο.

Γλυπτό του Μοντιλιάνι
Στο Παρίσι εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον το 1909. Επέλεξε τότε να μείνει την συνοικία Μονπαρνάς, λόγω των χαμηλών ενοικίων των κατοικιών. Οι ηδονιστικές του τάσεις ικανοποιούνταν μέσω αγοραίου έρωτα, έως ότου συνάντησε στα 26 του τον πρώτο σοβαρό έρωτα της ζωής του, τηΡωσίδα ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα, η οποία ήταν 21 χρονών και είχε παντρευτεί μόλις πρόσφατα. Έμεναν σε διαμερίσματα του ίδιου κτιρίου και εκεί αναπτύχτηκε η σχέση τους. Ο θυελλώδης έρωτάς τους διήρκεσε ένα έτος περίπου, καθώς τα βίαια ξεσπάσματα του Μοντιλιάνι την οδήγησαν να επιστρέψει στο σύζυγό της. Ο Μοντιλιάνι, ζώντας μέσα στην απόγνωση, έφτανε στα άκρα όσον αφορά τους εθισμούς και τις καταχρήσεις, ως το τέλος της ζωής του.


Η εγκατάσταση του Μοντιλιάνι στο Μονπαρνάς συνοδεύτηκε από την γνωριμία του με τον Ρουμάνο γλύπτη Κονσταντίν Μπρανκούζι. Στο εργαστήριο του Μπρανκούζι και με την καθοδήγησή του, ο Μοντιλιάνι αφοσιώθηκε στη γλυπτική. Τόσο πολύ τον απορρόφησε η τέχνη αυτή, που εγκατέλειψε σχεδόν ολοκληρωτικά την ζωγραφική για έξι ολόκληρα χρόνια ως το έτος 1915. Ο Μοντιλιάνι δεν έγινε ευρέως γνωστός ως γλύπτης, κυρίως γιατί σώζονται ελάχιστα έργα του, τα οποία όμως είναι θαυμάσια. Τα περισσότερα από τα έργα του τα κατάστρεψε ο ίδιος. Τα έργα του γίνεται φανερό ότι επηρεάστηκαν από την πρωτόγονη τέχνη της Αφρικής και της Καμπότζης.

Αν και μια σειρά γλυπτών του εκτέθηκε στο Φθινωπορινό Σαλόνι του 1912, εγκατέλειψε ξαφνικά τη γλυπτική και στράφηκε πλήρως στη ζωγραφική. Μέχρι να ασχοληθεί αποκλειστικά με την ζωγραφική από το 1915 και μετά, ο Μοντιλιάνι εκτός από γλυπτά έκανε και σχέδια. Με αυτό τον τρόπο εξασφάλιζε την απαραίτητη γι’ αυτόν, καθημερινή ποσότητα αλκοόλ. Συνήθως έμπαινε σε ένα καφέ κρατώντας χαρτί και μολύβι, ζωγράφιζε επιτόπου τα σχέδια του και τα αντάλλασσε με μερικά ποτήρια κρασί.


Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μοντιλιάνι προσπάθησε να καταταγεί στο στρατό αλλά δεν στρατεύτηκε τελικά λόγω της επιβαρυμένης υγείας του. Τα δύσκολα αυτά χρόνια και κυρίως λόγω της βοήθειας του Λέοπολντ Ζμπορόφσκι, ενός εμπόρου τέχνης, έμελλαν να γίνουν τα πιο δημιουργικά για τον καλλιτέχνη. Σε διάστημα περίπου πέντε ετών, από το 1915 έως το 1920, ο Μοντιλιάνι ζωγράφισε πάνω από τριακόσιους πίνακες.

Κόκκινο γυμνό (1917)

Στις 3 Δεκεμβρίου 1917, στην γκαλερί Berthe Weill έγιναν τα εγκαίνια της πρώτης —και τελικά μοναδικής όσο ζούσε— ατομικής έκθεσής του. Τις αίθουσες της γκαλερί κοσμούσαν γυμνά μεγάλου μεγέθους κι ένα από αυτά τοποθετήθηκε στη βιτρίνα. Η έκθεση έλαβε μεγάλη δημοσιότητα και προκλήθηκε κοσμοσυρροή. Λόγω του σκανδάλου που προέκυψε η αστυνομία απαγόρευσε την έκθεση.

Το 1918, τέταρτη χρονιά του πολέμου, η ζωή έγινε πολύ δύσκολη στο Παρίσι λόγω της έλλειψης τροφίμων και ηλεκτροδότησης και του φόβου των αεροπορικών βομβαρδισμών. Ο 33χρονος Μοντιλιάνι αποφάσισε να φύγει μαζί με τη νέα του αγαπημένη, τη 19χρονη σπουδάστρια τέχνης Ζαν Εμπιτέρν (Jeanne Hébuterne). Στο λαμπερό φως της Κυανής Ακτής, όπου κατέφυγαν, ο Μοντιλιάνι ζωγράφισε τους πιο δημοφιλείς και ακριβοπληρωμένους πίνακές του. Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του ο ζωγράφος έφτιαξε 25 πορτρέτα της ντροπαλής, μελαγχολικής και πανέμορφης Ζαν. Στις 29 Νοεμβρίου 1918 η Ζαν γέννησε την κόρη τους, η οποία πήρε το όνομά της (1918-1984). Δεν πρόλαβε όμως ούτε να παντρευτεί την αγαπημένη του Ζαν ούτε να αναγνωρίσει νόμιμα τον καρπό της σχέσης τους.
Πορτρέτο του Λεοπόλντ Ζμπορόφσκι (1918)

Στις 24 Ιανουαρίου 1920 ο ζωγράφος που έλεγε «θα ήθελα η ζωή μου να ήταν σαν πλουσιοπάροχο ποτάμι που κυλάει χαρμόσυνα πάνω στη γη» πέθανε στο Παρίσι, σε ηλικία 36 ετών, από φυματιώδη μηνιγγίτιδα, στο νοσοκομείο Σαριτέ. Μια μέρα μετά το θάνατο του καλλιτέχνη, η σύντροφός του, Ζαν, αυτοκτόνησε πέφτοντας από το παράθυρο του του διαμερίσματός τους στον πέμπτο ορόφο, μην αντέχοντας τον θάνατό του, όντας εννέα μηνών έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Στην κηδεία του στο Κοιμητήριο Περ Λασέζ (Père Lachaise) παρευρέθηκε ένα τεράστιο πλήθος κόσμου.

Ο Μοντιλιάνι στην αγορά τέχνης

Ο Μοντιλιάνι θεωρείται ένας από τους προβληματικότερους ζωγράφους στην αγορά τέχνης καθώς αποτελεί έναν από τους πιο προσιτούς ζωγράφους για πλαστογράφηση. Για τον λόγο αυτό κυκλοφορούν τουλάχιστον πέντε αναλυτικοί κατάλογοι παρουσίασης των γνωστών γνήσιων έργων του (catalogues raisonnés). Παλαιότεροι κατάλογοι, όπως τα βιβλία των Άρθουρ Φάνστιελ και Τζόζεφ Λάνθεμαν θεωρούνται σήμερα ξεπερασμένα. Ανάμεσα στους καταλόγους που σήμερα θεωρούνται σημαντικές παρουσιάσεις βρίσκεται και το έργο του Κρίστιαν Πάρισοτ, πρώην προέδρου του Ινστιτούτου Αρχείων Μοντιλιάνι στην Ιταλία, που είχε και τη νομική άδεια να εκδίδει πιστοποιητικά γνησιότητας. Το 2013 ο Πάρισοτ συνελήφθη από τις αρχές της Ιταλία, ύστερα από έρευνα δύο ετών, με την αστυνομία να προχωρά σε κατασχέσεις έργων που αποδίδονταν στον Μοντιλιάνι, μαζί με ύποπτα πιστοποιητικά γνησιότητας.

Τα γνήσια έργα του Μοντιλιάνι είναι από τα πιο ακριβά έργα στον χώρο της αγοράς τέχνης. Τον Ιούνιο του 2005, ένα από τα πορτρέτα του της Ζαν Εμπιτέρν πουλήθηκε έναντι 3,25 εκατομμυρίων λιρών Αγγλίας. Τον Νοέμβριο του 2010 ένα από τα γυμνά του, η La Belle Romaine, μέρος σειράς γυμνών του 1917, πουλήθηκε έναντι 68,9 εκατομμυρίων δολαρίων. Το Ιούνιο του ίδιου έτους μια γλυπτή γυναικεία προτομή του έφτασε το ύψος των 43,185 εκατομμύρια ευρώ σε δημοπρασία του Οίκου Κρίστις.

 Femme au ruban de velours
Πρόσθετες πληροφορίες
Η κόρη του Μοντιλιάνι και της Εμπιτέρν, Ζαν Μοντιλιάνι, υπήρξε βιογράφος του πατέρα της (Modigliani, l'homme et le mythe) και ειδική πάνω στο έργο του.
Στο ποίημα του Νίκου Καββαδία με τίτλο Θεσσαλονίκη, το οποίο έχει μελοποιηθεί από τον Θάνο Μικρούτσικο, υπάρχει η εξής αναφορά στον Μοντιλιάνι:«Ξέχασες κείνο το σκοπό που λέγαν οι Χιλιάνοιάγιε Νικόλα φύλαγε κι αγιά θαλασσινήτυφλό κορίτσι σ' οδηγάει παιδί του Μοντιλιάνιπου τ' αγαπούσε ο δόκιμος κι οι δυο Μαρμαρινοί».

Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει δύο ταινίες με θέμα τη ζωή του Μοντιλιάνι. Η πρώτη ήταν το Les Amants de Montparnasse του 1958, από τον Γάλλο σκηνοθέτη Ζακ Μπέκερ και η δεύτερη το Modigliani του 2004, του σκηνοθέτη Μικ Ντέιβις.

Εικόνα μιας γυναίκας με καπέλο - 1917


Μερικά τυπικά χαρακτηριστικά της σύνθεσης που συχνά υπάρχουν σε έργα του Amadeo Modigliani είναι πολύ καθαρά σ' αυτό τον πίνακα. Από τη μύτη προς το χέρι δημιουργείται ένας κεντρικός άξονας με σχήμα S και γύρω του χτίζεται η εικόνα ή, όπως γράφει ο διευθυντής μουσείου Werner Schmalenbach, στη «μελωδία» του εγγράφεται όλο το σώμα. Πέρα από αυτό είναι καθαρές οι οβάλ φόρμες που αποτελούν σημαντικά συστατικά στον τρόπο δόμησης της εικόνας του Ιταλού ζωγράφου; το οβάλ γείσο του καπέλου, το οβάλ πρόσωπο και η λαιμόκοψη που συνδέονται με το χαρακτηριστικό μοντιλιάνικο κυλινδρικό λαιμό. Τα μάτια τα ζωγράφιζε χωρίς κόρες, δίνοντας στη φιγούρα μια έκφραση εσωστρέφειας.
Ιδιαίτερα ντελικάτα είναι τα χρώματα: 'Ενα ασυνήθιστα «ζωντανό» μαύρο του φορέματος, του καπέλου και των μαλλιών αντιτίθεται στους διάφορους τόνους του κίτρινου και της ώχρας του προσώπου και του φόντου και το θαμπό πράσινο των ματιών και ενός σχηματικού καθίσματος πίσω από το κορμί.http://www.wikishareideas.gr/


Πορτρέτο της Ζαν  με καπέλο

Jeanne Hebuterne anagoria-1919

 Elvira Resting at a Table

Jeanne Hebuterne in Red Shawl

 Portrait de Jeanne Hébuterne au Collier

The Amazon

 Christina

The Boy
The Blue-eyed Boy

Boy in short 

 Alice (1915)

Gypsy Woman with Baby 1918

Self Portrait 1919

 Paul Alexandre (1909)

Cello Player

The Young Apprentice

ΠΗΓΕΣ 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου