Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

19/9/1970 Ο Έλληνας φοιτητής ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ αυτοπυρπολείται στη Γένοβα


..Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος. Τ. Σινόπουλος

    Στις 19 Σεπτεμβρίου 1970, τα ξημερώματα, στην πλατεία Ματεότι της Γένοβας, μπροστά από το δικαστικό μέγαρο, περιέλουσε εαυτόν με βενζίνη και αυτοπυρπολήθηκε, φωνάζοντας Το έκανα για χάρη της Ελλάδας, ζήτω η δημοκρατία, όλοι οι Ιταλοί ας αναφωνήσουν : Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου και πέθανε μετά από λίγες ώρες. Η κηδεία του έγινε στη Γένοβα στις 23 Σεπτεμβρίου Το περιστατικό αποσιωπήθηκε από τη δικτατορία, προκάλεσε όμως έντονη αίσθηση στη διεθνή κοινότητα. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών λόγω εσκεμμένων κωλυσιεργιών της Χούντας, και ενταφιάστηκε στο Α΄ Νεκροταφείο.
    Σήμερα στο σημείο που αυτοπυρπολήθηκε υπάρχει αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή στα Ιταλικά:
« Al Giovane Greco Constantino Georgakis che à sacrificato i suoi 22 anni per la Libertà e la Democrazia del suo paese. Tutti gli Uomini Liberi rabbrividiscono davanti al suo Eroico Gesto. La Grecia Libera lo ricorderà per sempre »
που μεταφράζεται:
« Στον νεαρό Έλληνα Κωνσταντίνο Γεωργάκη που θυσίασε τα 22 χρόνια του για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία της πατρίδας του. Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι τρέμουν μπροστά στην ηρωική του χειρονομία. Η Ελεύθερη Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα »
Στην γενέτειρά του Κέρκυρα υπάρχει πλατεία με το όνομά του και με τον ανδριάντα του. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος αναφέρεται στην θυσία του σε ένα από τα ποιήματά του.ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ


Ναζίμ Xικμέτ

"Αν δεν καώ εγώ
Αν δεν καείς εσύ
Αν δεν καούμε εμείς
Πώς θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;"




Ν.ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ 

"…ήσουν η φωτεινή περίληψη του δράματός μας…στην ίδια λαμπάδα τη μία, τ' αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας…"(Η θέα του κόσμου)



ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ «Ο καιόμενος»

Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας από το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου