Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Πίνακες Ζωγραφικής με Θέμα Γέφυρες

Η γέφυρα γενικά: 

Η γέφυρα είναι μία αρχιτεκτονική ή τεχνική κατασκευή με την οποία επιτυγχάνεται ζεύξη δύο ή περισσοτέρων σημείων υπεράνω μεσολαβούντος εμποδίου (φυσικού ή τεχνικού).
Η γέφυρα στην τέχνη παίρνει διαφορετικό ρόλο ανάλογα με τον καλλιτέχνη η το μήνυμα που θέλει να περάσει στο κοινό του… Η γέφυρα συμβολίζει το πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο, από την δυστυχία στην ευτυχία η το αντίθετο, από τη μια φάση της ζωής σε μια άλλη.



Κάτω από τη γέφυρα Ουέστμίνστερ-Agasse Jacques-Laurent.

Agasse Jacques-Laurent (1767-1849) Classicism

   Γεννήθηκε στη Γενεύη, στην Ελβετία, τις 24 Μάρτη 1767 και πέρασε τη παιδική του ηλικία σ' ένα κτήμα, στο Crevin, όπου και λάτρεψε την εξοχή και φυσικά τα ζώα, τα οποία ζωγράφισε κατά κόρον. Γιος του Φιλίπ, έμπορου και της Κατρίν Οντιού. Έλαβε τη στοιχειώδη εκπαίδευση στη Γενεύη και 19 ετών (1876) μεταβαίνει στο Παρίσι και γράφεται στο ατελιέ του Νταβίντ, για να λάβει μαθήματα 
ζωγραφικής. Παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα κτηνιατρικής, μελετά ανατομία και χειρουργική των ζώων κι αυτό τονε βοήθησε ή τον έστρεψε στο να αντλήσει τα θέματα του κυρίως από τα ζώα και με τόση μεγάλην επιτυχία. Στη ροπή του προς τη ζωγραφική των ζώων, συνέβαλε κι ο δύσκολος χαρακτήρας του.
    Λόγω της Γαλλικής Επανάστασης, το 1789, επιστρέφει στη Γενεύη κι εκεί γνωρίζεται και συνδέεται με φιλία, με τον μετέπειτα Λόρδο Τζωρτζ Πιτ. Ταξιδεύουνε μαζί στην Αγγλία κι ανακαλύπτει τη βρεττανική ζωγραφική. Αποφασίζει (1800) να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί, μαγεμένος από τα μελαγχολικά καταπράσινα τοπία, -γιατί υπήρξε κι έξοχος τοπιογράφος- αλλά σε τούτο βοήθησε κι η πτώχευση της οικογενειακής επιχείρησης του πατέρα του. Από το 1801 κι έπειτα, φιλοτεχνεί έργα για τη Βασιλική Ακαδημία με την υποστήριξη φυσικά και του φίλου του Πιτ. Γρήγορα γίνεται διάσημος για τα σκυλιά και τ' άλογα που ζωγραφίζει, ενώ παράλληλα βοηθά και την επιστήμη της βιολογίας με τις εργασίες του. Μπορεί να μην έγινε ποτέ πλούσιος μα κέρδισεν άνετα τα προς το ζην, με την εργασία του, σχεδόν όσο ζούσε.
     Παρέμεινε στην Αγγλία μέχρι το τέλος της ζωής του, χωρίς επίσης, να παντρευτεί ποτέ. Πέθανε στο Λονδίνο, 27 Δεκέμβρη 1849 και θάφτηκεν εκεί, σε βαθιά γεράματα, σ' ηλικία 82 ετών. Μετά τον θάνατό του, τα έργα του παραμείνανε στην Ακαδημία, για να καλυφθούνε τα έξοδα της κηδείας του και πωλήθηκαν από τον Οίκο Κρίστι. Η επιτυχία που είχε στην αρχή της βρεττανικής του καριέρας, είχε μειωθεί σαφέστατα και σταδιακά, μέχρι τα τελευταία του χρόνια και ουσιαστικά πέθανε πάμπτωχος και ξεχασμένος.


Η γέφυρα Κουίνσμορο-Hopper Edward.
Hopper Edward (1882-1967) Realism 

     Ο πιο γνωστός αμερικανός ρεαλιστής καλλιτέχνης του μεσοπολέμου που κάποτε δήλωσε: "Το κάτι δε βγαίνει από το τίποτε". Αυτό προσφέρει μιαν ένδειξη στην ερμηνεία της εργασίας ενός καλλιτέχνη που 'ταν όχι μόνον έντονα μοναχικός, αλλά που 'κανε τη μοναξιά και την ενδοσκόπηση, σημαντικά θέματα στη ζωγραφική του.
     Γεννήθηκε στη μικρή πόλη Hudson River του Nyack, της Πολιτείας Νέας Υόρκης, στις 22 Ιουλίου 1882, από οικογένεια μεσαίας τάξης. Ο πατέρας του είχε παντοπωλείο, που εργαζόταν κι ο ίδιος μερικές φορές όταν σχολούσε από το σχολείο. Το 1899 αποφασίζει να γίνει καλλιτέχνης, αλλά οι γονείς του τον έπεισαν να στραφεί στο εμπόριο, επειδή αυτό φαινόταν να προσφέρει ασφαλέστερο μέλλον. Παρακολούθησε αρχικά την εμπορική σχολή της Νέας Υόρκης, αλλά την επόμενη χρονιά κιόλας, γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Είχε δάσκαλο τον William Merritt Chase (1849-1916), -ένας κομψός μιμητής του Sargent. Διδάχτηκεν επίσης κι από τον Robert Henri (1869-1929), -ένας από τους πατέρες του αμερικανικού ρεαλισμού.
     Μάθαινε με αργό ρυθμό κι έτσι παρέμεινε στη σχολή 7 έτη. Το 1906 μετέβη στο Παρίσι να συνεχίσει τις σπουδές του, με τη στήριξη των γονιών. Συναρπαστική χρονική στιγμή για τη Μοντέρνα Τέχνη, μα τούτο τον επηρέασεν ελάχιστα. Εκεί, όπως λέει κι ίδιος, δε συνάντησε ...κανένα. Ακουστά είχε τη Γερτρούδη Στάιν μα όχι και τον Πικάσο, πήγαινε στα καφέ τη νύχτα, είδε και μερικές θεατρικές παραστάσεις, μα γενικά το Παρίσι δεν είχεν ιδιαίτερην επίδραση πάνω του.
     Μετά μερικούς μήνες εκεί, επισκέφτηκε Λονδίνο, 'Αμστερνταμ, Βερολίνο και Βρυξέλλες. Επηρεάστηκε δε, πολύ, από τον πίνακα του Ρέμπραντ, "Νυχτερινή Περιπολία". Ξαναεπισκέφτηκε την Ευρώπη άλλες 2 φορές, -1909 και 1910. Στη 2η επίσκεψη πήγεν επίσης Ισπανία και Γαλλία. Μετά απ' αυτά, αν κι επρόκειτο να παραμείνει ανήσυχος ταξιδιώτης, δε ξαναπάτησε ποτέ το πόδι του στην Ευρώπη. Μελέτησε ευρωπαϊκή λογοτεχνία και μάλιστα τόσο καλά ώστε μπορούσε πλέον να διαβάζει Βερλαίν στο πρωτότυπο.
     Απέτυχε να προσελκύσει οποιαδήποτε προσοχή όταν παρουσίασε κάποια έργα του, σε μια μικτή έκθεση, το επόμενο έτος κι αυτή η αποτυχία τον έριξε ψυχολογικά. Το 1913 πραγματοποίησε τη πρώτη πώληση έργου του. Το 1920 διοργάνωσε τη πρώτη σόλο έκθεσή του, στο Whitney Studio Club, αλλά δε πούλησε κανένα έργο. Ήταν ήδη 37 ετών χωρίς κάτι το ιδιαίτερο κι αποφάσισε να στραφεί στις υδατογραφίες. Αυτά τα έργα πουλήθηκαν ευκολότερα. Εγκατεστημένος πια στο Γκρήνουιτς, που επρόκειτο να 'ναι η βάση του για το υπόλοιπο της ζωής του, το 1923 ανανέωσε τη φιλία του με τη συμφοιτήτρια και γειτόνισσα του, Jo Nivison. Εκείνη ήτανε 40 κι εκείνος 42 και την επόμενη χρονιά παντρεύτηκαν. Η μακροχρόνια και σύνθετη σχέση τους επρόκειτο να 'ναι η σημαντικότερη της ζωής του καλλιτέχνη. Σκληρά πιστή στο σύζυγό της, αισθάνθηκε πολλές φορές καταπίεση απ' αυτόν. Ειδικότερα, θεώρησε ότι δεν έκανε τίποτα για να ενθαρρύνει την ανάπτυξή της ως ζωγράφο, αντίθετα προσπάθησε να την αποτρέψει.
     Το ζεύγος μάλωνε συχνά και σκληρά και σε μερικές περιπτώσεις μεταξύ τους υπήρχε βία. Από την άλλη μεριά όμως, η παρουσία της ήταν ουσιαστική στην εργασία του, κυριολεκτικά, μιας και ποζάριζε για κάθε γυναικεία φιγούρα στους πίνακές του. Έτσι στη 2η προσωπική του έκθεση, το 1924, στη Rehn Gallery της Νέας Υόρκης, ξεπουλά. Η φήμη του αρχίζει κι εξαπλώνεται στην Αμερική. Το 1929, περιλήφθηκε στο μουσείο της 2ης Έκθεσης Μοντέρνας Τέχνης, "Πίνακες 19 Εν Ζωή Αμερικανών Καλλιτεχνών" και τον επόμενο χρόνο ο πίνακάς του "Το Σπιτι Στις Ράγιες" μπήκε στη μόνιμη συλλογή του Μουσείου, σα δώρο από τον εκατομμυριούχο συλλέκτη Stephen Clark. Tην ίδια χρονιά το Μουσείο Whitney αγόρασε τo "Πρωϊνο Kυριακής", η ακριβότερη πώληση του μέχρι τότε. Το 1933 οργανώνεται αναδρομική έκθεση του, στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης κι επαναλήφθηκε το 1950, από πληρέστερη αναδρομική παρουσίαση στο Whitney.


Η γιαπωνέζικη γέφυρα-Claude Monet.
Η γέφυρα της Αρζεντέιγ-Claude Monet.

Monet Claude (1840-1926) Impressionism


 Γεννήθηκε στο Παρίσι 14 Noέμβρη, από πατέρα, ζάπλουτο για την εποχή, έμπορο, που διακινούσε προμήθειες πλοίων. Το 1845, η οικογένεια μετακομίζει στη Χάβρη, σημαντικό λιμάνι, στις όχθες του Σηκουάνα. Το 1858 γνωρίζει τον Ευγένιο Μπουτίν, που τον ενθαρρύνει να ζωγραφίσει την ύπαιθρο, σύνηθες για τότε. Τον επόμενο χρόνο μετακομίζει στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του και γνωρίζεται με τον Πισαρρό. 2 χρόνια μετά, επιστρατεύεται και ταξιδεύει στην Αλγερία, μα σύντομα απολύεται για λόγους υγείας. Το 1862 γίνεται φίλος με τον Ρενουάρ και τον Μπαζίλ. Μάλιστα ο τελευταίος ήταν όλες οι μορφές στο πίνακά του, "Πικ-Νικ"!

     Παντρεύεται τη Καμίλ Ντονσιέ, στα 1870, με την οποία συζούσανε κι είχανε μάλιστα ήδη κι ένα γιο, τον Ζαν. Έπειτα μετακομίζει στο Λονδίνο, για ν' αποφύγει τη στράτευση, κατά το Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο. Την επόμενη χρονιά γυρίζει στη Γαλλία και το 1874 συμμετέχει στη πρώτη έκθεση των Ιμπρεσσιονιστών στο Παρίσι.
     Το 1879 πεθαίνει η σύζυγός του, αφήνοντάς του 2 παιδιά. Το 1883 μετακομίζει στο Ζιβερνί, ένα χωριό στον ποταμό Επτ, μόλις 65 χλμ μακριά από τη πρωτεύουσα. Το 1892 παντρεύεται την Αλίς Οσεντέ, ερωμένη του από πολλά χρόνια πριν. Το 1908 παθαίνει μια βλάβη στα μάτια, τελικά εγχειρίζεται επιτυχώς, το 1923 κι έτσι ο "Μεγάλος Γέρος" συνεχίζει να ζωγραφίζει. Πεθαίνει 3 χρόνια μετά, 86 ετών, στο Ζιβερνί, πλούσιος και διάσημος!


Η γέφυρα του Λανγκλουά-Van Gogh Vincent 
Van Gogh Vincent (1853-1890) Impressionism 

     Γεννήθηκε στο Ζίντερ, χωριό της Ολλανδικής Βραβάντης, 30 Μάρτη, από πατέρα πάστορα. Η μητέρα του, 'Αννα Κορνήλια Μπαρμπέντους, κόρη βιβλιοδέτη της Αυλής, αγαπούσε το διάβασμα, πολύ περισσότερο από τον πατέρα κι είχε κλίση στο σχέδιο. Γρήγορα ο μικρός Βίνσεντ, εκδήλωσε ονειροπόλο, ευαίσθητο και δυσπρόσιτο όμως, χαρακτήρα. Αγαπούσε κι είχε ανάγκη την οικογένειά του, μα επιδίωκε τη μοναξιά και τους μοναχικούς περιπάτους. Αγαπούσε να μελετά τη φύση, τους αγρούς, τα έντομα.
     Σταμάτησε νωρίς τις σπουδές γιατί η οικογένεια του ήτανε πολυμελής κι αυτός πρωτότοκος. Έπιασε μια ταπεινή δουλειά, αλλά στη Χάγη, σ' ένα ολλανδικό παράρτημα μιας γνωστής, γαλλικής αίθουσας τέχνης, της Γκαλερί Γκουπίλ. Έγινε συσκευαστής βιβλίων. Στα 16 του και μες στη δουλειά του, ξεδιπλώνει το ταλέντο της γοργής αφομοίωσης με το περιβάλλον, πράμα που μαρτυρά, μεγάλη εξυπνάδα κι οξύτατη αντίληψη. Έτσι, το 1873, μεταφέρεται στο Λονδρέζικο παράρτημα. Ύστερα από διπλή απογοήτευση (ερωτική και περιβάλλοντος), το 1875, μεταφέρεται στο Παρίσι, στην έδρα της γκαλερί. Δεν απολαμβάνει το μέρος εξαιτίας θρησκευτικών πεποιθήσεων κι αναστολών κι έτσι το μόνο που κάνει στον ελεύθερο χρόνο του, είναι να περνά ώρες μόνος ή με παρέα και κουβέντα στο δωματιάκι του ή να γυρνά στα μουσεία και στις εκθέσεις. Στην αλληλογραφία με τον αγαπημένο, κατά 4 έτη μικρότερο, αδερφό του Τεό, εκτός όσων γράφει, σχεδιάζει ό,τι του περιγράφει κι ό,τι βλέπει γύρω και του τραβά τη προσοχή.
     Επιστρέφει Αγγλία, Κέντ. Προσπαθεί να προγυμνάσει παιδιά, στα γαλλικά και στα γερμανικά, όχι τόσο για να κερδίσει χρήματα, μιας κι οι γνώσεις του στις γλώσσες αυτές, δεν είναι κι οι καλύτερες δυνατές, αλλά για να κάνει επαφές και γνωριμίες. Έτσι γνωρίζει ακόμα βαθύτερα, τη γύρω αθλιότητα των χαμηλών στρωμάτων πληθυσμού κι αυτό τον επηρεάζει και πάλι βαθιά. Γίνεται βοηθός πάστορα και κηρύττει στο πλευρό του. Το 1878 επιστρέφει στη πατρίδα κι ενθαρρύνεται να σπουδάσει στην Ιερατική Σχολή του 'Αμστερνταμ, μ' αποτυγχάνει στις εξετάσεις. Κάνει λαϊκά κηρύγματα κι εκεί πια στρέφεται οριστικά στη ζωγραφική. Εγκαθίσταται στις Βρυξέλλες και μελετά συστηματικά, σχέδιο.
     1881, δοκιμάζει άλλη μια ερωτική απογοήτευση κι επιστρέφει στα περίχωρα της Χάγης, ζωγραφίζοντας τοπία και δρόμους. Την επόμενη χρονιά, βρίσκει στο πρόσωπο μιας πόρνης, της Χριστίνας (Σιέν), το άτομο κείνο που θα του επιτρέψει να διοχετεύσει όλη του τη συναισθηματική έκφραση. Μήτε όμως κι αυτό μέλλεται να κρατήσει για πολύ. Η Σιέν, μούσα, ερωμένη και μοντέλο του, μόλις γεννά τον δεύτερο γιό της, τον εγκαταλείπει οριστικά. Οικονομικά προβλήματα. Τέλος 1883, τα "σπάει" με το σπίτι του και καταφεύγει σ' ένα δωμάτιο-ατελιέ του Κ. Σαφράτ κι εκεί μέσα, ανάμεσα σ' ακόμα πάνω από 200 πίνακες τη διετία 1884-5(!), συνθέτει το πρώτο μεγάλο του αριστούργημα: "Οι Πατατοφάγοι"! Τον επόμενο χρόνο παίρνει πάλι τους δρόμους. Πεθαίνει ο πατέρας του κι ο ίδιος επισκέπτεται την Αμβέρσα όπου επηρεάζεται πολύ από τον Ρούμπενς.
     Στα 1886-8, εγκαθίσταται στο Παρίσι, μα περνά το χρόνο του κυρίως στις γαλλικές επαρχίες. Γνωρίζει τον Πιζάρο και τον Λωτρέκ και συνδέονται με φιλία. Αυτή η περίοδος, ανάμεσα από 200 πίνακές του, φέρνει κι άλλα μεγάλα έργα. Είναι η λεγόμενη περίοδος της Αρλ. Ιδιαίτερα μετά το τσακωμό του με τον Γκωγκέν και τον αδερφό του Τεό, επιστρέφει στο Παρίσι και μ' απελπισία, κόβει το αφτί του κι αλλάζει τους συνδυασμούς των χρωμάτων του. Ζωγραφίζει όμως συνεχώς. Το 1890 επισκέπτεται την επαρχία Οβέρζ-Ιν-Ουάζ, μα οικονομικά προβλήματα του Τεό, σταματάνε το επίδομά του Βίνσεντ. Μ' επιβαρημένη υγεία, νιώθει εγκατάλειψη. Κάνει "Το Σταροχώραφο Με Τα Κοράκια". Μένει μόνος σ' ένα δωμάτιο του νέου φίλου του, γιατρού Γκασέ, που όμως τον απογοητεύει κι αυτός γιατί αποφασίζει να ...παντρευτεί κι ο Βίνσεντ το θεωρεί επίσης ...εγκατάλειψη. Στις 23 Ιουλίου, στέλνει ένα γράμμα στον αδερφό του και του μιλά για τη ματαιότητα της ζωής.


Πηγή Βιογραφικών Στοιχείων:www.peri-grafis.com


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου